Ξέρουμε πως προσβάλλουμε τα πνευματικά δικαιώματα με την κάθε δημοσίευση στο blog και ότι με ένα νεύμα του νόμου και του δημιουργού και του κληρονόμου και του εκδοτικού και του θιγμένου θα μπορούσαμε σε ελάχιστο χρονικό διάστημα να βρεθούμε είτε πίσω από τα κάγκελα, είτε πάνω σ'αυτά. Όμως ό,τι ανεβαίνει, ανεβαίνει από την φυσική διάθεση να μοιραστούμε, να θυμίσουμε, να μονολογήσουμε όπως θα το κάναμε ούτως ή άλλως.

Τετάρτη 23 Ιουλίου 2025

Silvia Federici : ομιλία στο Peoples’ Platform Europe


Για ένα διεθνές φεμινιστικό κίνημα ενάντια στην καπιταλιστική πατριαρχία και τον συνεχή πόλεμο για την κοινωνική αναπαραγωγή

S. Federici


Ζούμε σε μια εξαιρετική στιγμή, μια στιγμή κατά την οποία όλες οι δυνάμεις, η βία και η επιβολή του καπιταλισμού μετατοπίζονται με τρόπους που, σε μεγάλο βαθμό, έχουν διαμορφώσει την ιστορία. Ο καπιταλισμός γεννήθηκε με τη γενοκτονία, με την αποικιοκρατία, με τη δουλεία και με το κυνήγι μαγισσών.  Και υπήρξε ένα βίαιο πατριαρχικό σύστημα σε όλη του την ιστορία. Έχει οδηγήσει σε δύο παγκόσμιους πολέμους που σκότωσαν εκατομμύρια ανθρώπους. Αλλά, τουλάχιστον από το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, υπήρξε ένα είδος συμβιβασμού, που οδήγησε σε κάποια διαπραγμάτευση και κάποια αναγνώριση των δικαιωμάτων των λαών, στη διαδικασία της αποαποικιοποίησης. Όλα αυτά σήμερα διαγράφονται. Εισερχόμαστε σε μια νέα φάση της καπιταλιστικής πατριαρχίας. Νομίζω ότι είναι πραγματικά σημαντικό να σκεφτούμε τι σημαίνει αυτό.


Αυτό είναι το πλαίσιο μέσα στο οποίο θέλω να μιλήσω για το είδος του αγώνα, για το είδος του κινήματος που χρειαζόμαστε. Πρώτα απ’ όλα, είναι πολύ σημαντικό να κατανοήσουμε ότι, όπως έχω γράψει και δηλώσει πολλές φορές τα τελευταία χρόνια, αυτό που βλέπουμε σήμερα στην Παλαιστίνη, στο Σουδάν, στο Κονγκό, είναι στην ουσία μια ακραία εκδήλωση μιας διαδικασίας που αναπτύσσεται και προετοιμάζεται από το τέλος της δεκαετίας του 1970. Από τότε ξεκίνησε η μεγάλη αντεπανάσταση—μια αντεπανάσταση ενάντια στα κινήματα της δεκαετίας του ’60, ενάντια στην αποαποικιοποίηση, ενάντια στο φεμινιστικό κίνημα, στο αντιπολεμικό κίνημα.


Έχουμε, λοιπόν, μια διαδικασία που από τη δεκαετία του ’70 κορυφώνεται με την κρίση του χρέους, με τη δομική προσαρμογή, με την επιβολή οικονομικών όρων σε πολλές χώρες, που στην πραγματικότητα διέλυσαν τον κοινωνικό ιστό των χωρών, καταδικάζοντας τεράστιους πληθυσμούς στη μετανάστευση και αναγκάζοντας μαζικές απελάσεις ανθρώπων από τη γη τους. Και φυσικά, όλο αυτό εντείνει τις κοινωνικές συγκρούσεις.


Είναι, λοιπόν, σημαντικό να κατανοήσουμε ότι η ακραία βία, η γενοκτονική βία, οι δηλώσεις περί εξόντωσης που βλέπουμε να εξελίσσονται και συνεχίζονται μέχρι σήμερα—ιδιαίτερα στην Παλαιστίνη, αλλά όχι μόνο εκεί—δεν είναι αποσυνδεδεμένες, δεν είναι μια ακραία, μεμονωμένη περίπτωση. Αντίθετα, αποτελούν μέρος ενός συνολικού σχεδίου του καπιταλισμού, που πλέον, για διάφορους λόγους, δεν έχει πια χώρο ούτε καν για κάποια μορφή κοινωνικής δημοκρατίας. Και έτσι, απελευθερώνει τη βία του με έναν ανοιχτό και απροκάλυπτο τρόπο. Οι πρόσφατες δηλώσεις του Ντόναλντ Τραμπ είναι ένα εμβληματικό παράδειγμα αυτής της νέας φάσης του καπιταλισμού, που επιστρέφει στην πιο αποικιοκρατική του περίοδο.


Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, λοιπόν, το ερώτημα του κινήματος είναι κρίσιμο. Πρέπει να καταλάβουμε ότι, ναι, οι διαδηλώσεις και η δημιουργία διεθνών δικτύων είναι θεμελιώδεις, αλλά ταυτόχρονα πρέπει να αρχίσουμε να επανεξετάζουμε τους ίδιους τους μηχανισμούς που, σε καθημερινή βάση, τροφοδοτούν αυτό το σύστημα και επιτρέπουν στο καπιταλιστικό σύστημα να αναπαραχθεί. Πρέπει να μάθουμε να απενεργοποιούμε τον καπιταλισμό όχι μόνο μέσα από τη μαζική αντιπαράθεση στους δρόμους και σε μαζικές διαδηλώσεις, αλλά και αλλάζοντας την ίδια την οργάνωση της κοινωνικής αναπαραγωγής. Γιατί είναι ακριβώς αυτή η διαδικασία κοινωνικής αναπαραγωγής—που βασίζεται στη σύγκρουση, στις ιεραρχίες, στις διαιρέσεις, στην υποτίμηση ολόκληρων πληθυσμών—που μας έχει οδηγήσει στη σημερινή κατάσταση.


Σε αυτό το σημείο, πιστεύω ότι το φεμινιστικό κίνημα έχει έναν πολύ σημαντικό ρόλο να παίξει. Όχι οποιοδήποτε φεμινιστικό κίνημα, γιατί υπάρχουν πολλές διαφορετικές εκδοχές του φεμινισμού—υπάρχει και ένας νεοφιλελεύθερος, κρατικά χορηγούμενος φεμινισμός που αντιβαίνει σε όσα λέω. Αλλά το λαϊκό φεμινιστικό κίνημα, το οποίο βασίζεται στη μαζική πάλη, έχει αναγνωρίσει τη σημασία της αναπαραγωγής ως πεδίου αγώνα, που αγγίζει κάθε πτυχή της ζωής.


Αυτό το κίνημα μπορεί να δημιουργήσει έναν κοινό τόπο για διαφορετικά κινήματα και να αναδείξει τη συνέχεια μεταξύ οικονομικής κρίσης, φτώχειας, απαλλοτρίωσης και της οικολογικής καταστροφής του πλανήτη. Ένα τέτοιο κίνημα μπορεί να χτίσει δίκτυα αντίστασης, όπως εκείνα που είδαμε τη δεκαετία του 1990 με το αντιπαγκοσμιοποιητικό κίνημα. Και φυσικά, αυτό περιλαμβάνει και το εργατικό κίνημα, το οποίο, δυστυχώς, ιδιαίτερα στις Ηνωμένες Πολιτείες, μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, έχει αποδεχτεί κρατικές πολιτικές και συχνά συνεργάστηκε με ιμπεριαλιστικές πολιτικές και την αποικιοκρατία.


Χρειαζόμαστε νέα εργατικά κινήματα, κινήματα που δεν θα διαπραγματεύονται μόνο μισθούς και συντάξεις, αλλά που θα διεκδικούν το δικαίωμα να αποφασίζουν στο τι παράγεται. Κινήματα που θα λένε «Δεν θα παράγουμε βόμβες, δεν θα παράγουμε τοξικά υλικά που καταστρέφουν ζωές». Γιατί η ίδια η οικονομία, όπως έχει ειπωθεί πολλές φορές, είναι πόλεμος.


Πρέπει να αναπτύξουμε νέες μορφές αλληλεγγύης, νέες μορφές κοινοτήτων και παραγωγής που είναι πιο αυτόνομες και αποσυνδέονται από το καπιταλιστικό σύστημα. Αυτό είναι απαραίτητο για να μπορέσουμε να αντιστρέψουμε την επίθεση που βιώνουμε σήμερα—μια ανοιχτή διαδικασία εξόντωσης λαών και λεηλασίας των φυσικών πόρων.


Για παράδειγμα, γνωρίζουμε ότι πίσω από τη μαζική εκδίωξη του παλαιστινιακού λαού βρίσκεται η ανακάλυψη τεράστιων κοιτασμάτων φυσικού αερίου ανοιχτά της Γάζας από το 2002. Δεν πρόκειται μόνο για την αποικιοκρατική φαντασίωση μετατροπής της Γάζας σε τουριστικό θέρετρο για τους πλούσιους, αλλά και για την κατάληψη αυτών των πόρων.


Γι’ αυτό χρειαζόμαστε κινήματα που δρουν σε πολλαπλά επίπεδα—στην κοινότητα, στην παραγωγή, στη διεθνή αλληλεγγύη.



Πηγή


Πέμπτη 10 Ιουλίου 2025

Μαχμούντ Νταρουίς - Κατάσταση Πολιορκίας [απόσπασμα]


Ελιά,  Αγκάθα Κωνσταντινίδου



Τον Ιανουάριο του 2002, απομονωμένος στη Ραμάλα, ο εθνικός ποιητής των Παλαιστινίων Μαχμούντ Νταρουίς σημειώνει μέρα με τη μέρα, σε σύντομα ποιήματα, τις εντυπώσεις του από έναν πόλεμο όλο και πιο άγριο, γράφοντας την "Κατάσταση Πολιορκίας" ένα εκτενές ποίημα που αποτελείται από εκατό περίπου θραύσματα, ως αντίδραση στην επίθεση του ισραηλινού στρατού κατοχής στα παλαιστινιακά εδάφη. 

Παρακάτω μερικά θραύσματα:  




Όταν τα αεροπλάνα χάνονται, πετούν

τα περιστέρια,

άσπρα άσπρα. Πλένουν του ουρανού τα μάγουλα

με ελεύθερα φτερά και ανακτούν τη λαμπρότητα,

την κυριότητα των αιθέρων και του παιχνιδιού.

Ψηλότερα και πιο ψηλά ακόμη, πετούν

τα περιστέρια, άσπρα άσπρα.

«Αχ να ‘τανε ο ουρανός αληθινός»

[μου λέει κάποιος που περνά ανάμεσα από δυο

οβίδες].

 

 ~ * ~ 


Τα κυπαρίσσια πίσω απ’ τους στρατιώτες,

μιναρέδες,

κρατούν τον ουρανό για να μην πέσει.

Πίσω απ’ το σιδερένιο φράχτη, στρατιώτες

κατουράνε

-κάτω από τον πυργίσκο ενός άρματος-

Κι η φθινοπωρινή ημέρα ολοκληρώνει τη χρυσή

της βόλτα

μέσα σ’ ένα δρόμο φαρδύ, όπως η εκκλησία

μετά την κυριακάτικη προσευχή…

 

 ~ * ~


Μόνοι, είμαστε μόνοι ως το μεδούλι

εκτός μονάχα από τις επισκέψεις ενός ουράνιου

τόξου.

 

 ~ * ~


Οι απώλειές μας:

Δύο με οχτώ μάρτυρες τη μέρα

Δέκα τραυματίες

Είκοσι σπίτια

Πενήντα ελιόδεντρα

Κι ας μην ξεχνάμε τη δομική ανισορροπία

Που θα χτυπήσει το ποίημα, το θεατρικό έργο

Και τον μισοτελειωμένο πίνακα.

 

~ * ~

 

Η μάνα είπε:

Δεν τον είδα να περπατά μέσα στο αίμα του,

δεν είδα την πορφύρα στα πόδια του.

Με την πλάτη στον τοίχο

κι ένα φλιτζάνι ζεστό χαμομήλι στο χέρι,

σκεφτόταν το μέλλον του…

 

 ~ * ~


Ο χώρος άρωμα

Καθώς μια γη θυμάμαι

Εισπνέω το αίμα αυτού του αρώματος

Και την απόδημη ψυχή μου νοσταλγώ.




Μ. Νταρουίς, Κατάσταση πολιορκίας, μτφ Αγγελικής Σιγούρο, εκδ. Μαΐστρος



Πέμπτη 3 Ιουλίου 2025

Ηλέκτρα Λαζάρ - Τα δένδρα της θαλιδομίδης (Κυαναυγή, 2025)



Στους ατέλειωτους δρόμους, τους άδενδρους ή με τα παραταγμένα δέντρα σαν κολώνες, μοναχικά και τρελαμένα από τα πολλά κλαδέματα, εκεί παρουσιάζεται συναρπαστική ζωή στο τεχνητό και τεχνολογικοποιημένο, στο ψηφιακό και αφύσικο· στο κάλυμμα που κρύβει τη θλίψη και τη φτώχεια και τον αδιάκοπο μόχθο πάνω στον οποίο χτίζονται όλα αυτά. Η τόνωση της αστικής ζωής, το χτύπημα των κουδουνιών και των τηλεφώνων, τα βιαστικά οχήματα και τα εργοστάσια που στριφογυρίζουν και επεκτείνονται, η φασαρία του επείγοντος, η μη εκτόνωση, παρά μόνο καταναλώνοντας, μία εικόνα που μας φέρνει αντιμέτωπους με την εικόνα του κεριού που καίγεται και από τις δύο μεριές. 


Κυψέλη


Μία σύγχρονη υποχρέωση για βιασύνη παρατηρείται, που ολοένα και αυξάνεται. Ο άνθρωπος πρέπει να μπορεί να πραγματώνεται μέσα στην πόλη, την ίδια στιγμή που η υπόλοιπη ζωή πρέπει να την ανέχεται. 

Σ' έναν κόσμο ακραία υλιστικό, από τα δέντρα μέχρι το νερό όλες οι παρουσίες έγιναν αγαθά και όλα τα αγαθά έγιναν προϊόντα για την ικανοποίηση του μεγάλου καταναλωτή. Οι κοινοί πόροι ιδιωτικοποιούνται για να θρέψουν την ανεξέλεγκτη λειτουργία της ελεύθερης αγοράς. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η εμπειρία της Αθήνας με την επέκταση των έργων του υπόγειου σιδηροδρόμου, που οι εκτάσεις αστικής χλωρίδας αντιμετωπίζονται απλώς ως χώροι πρασίνου που πρέπει να αφαιρεθούν, σαν να αφαιρείς το πράσινο χρώμα από έναν υπερ-φορτωμένο με χρώματα καμβά.


Καλλιθέα


Η μοίρα του δέντρου στο αστικό περιβάλλον ομοιάζει με τη μοίρα ενός χρηστικού αντικειμένου. Πρέπει να είναι χρήσιμο, χωρίς να σημαίνει ότι η εποχή δεν μας σβαρνίζει στην κατακερματισμένη φιλοσοφία ότι και το χρήσιμο είναι αναλώσιμο κι ότι ένα δέντρο στο πεζοδρόμιο δεν είναι τίποτα να κοπεί και σε διάστημα λίγων μηνών να μπει ένα καινούργιο μικρό δενδρύλλιο, αδιαφορώντας ότι μπαίνει στη θέση ενός δέντρου εκεί που ήταν για 25 χρόνια. Πρέπει να είναι ίσιο, γιατί το στραβό δέντρο (το δέντρο που μεγάλωσε με κλίση) καθίσταται επικίνδυνο, αδιαφορώντας για το ότι έχει ολόκληρο υπόγειο σύστημα [υπο]στήριξης· πρέπει να κόβεται, μέχρι να κοπεί ολοσχερώς. 


Αν μη τι άλλο, έχουμε συνηθίσει τα μοναχικά δέντρα. Γιατί έχουμε εξοικειωθεί με τον χαρακτήρα του ανθρώπου. Έναν χαρακτήρα που πρέπει να τον φράζεις μονίμως με σίδερα και νόμους για να μην εξολοθρεύει τη φύση (βλ. διάφορους εθνικούς δρυμούς, άλση, ακόμα και τις ελιές στον λόφο Φιλοπάππου που είναι κλειδωμένες με αλυσίδα), που μαθαίνει να προσπερνάει και να προσαρμόζεται· το αστικό υποκείμενο είναι το πιο ανθεκτικό πλάσμα που ανέχεται το διαρκώς αφιλόξενο αστικό περιβάλλον, μεγαλώνοντας τρελά πλάσματα, αρρωστιάρικα, δυσανεκτικά κι όμως τόσο ευπροσάρμοστα. Έτσι και τα δέντρα των πόλεων είναι αφάνταστα σκληραγωγημένα: έχουν ριζώσει σε ένα τεχνητό αφιλόξενο περιβάλλον, τις περισσότερες φορές πλήρως απομακρυσμένα και απομονωμένα από άλλα του είδους τους, δίχως γείτονες και στήριξη, καταδικασμένα στην απόλυτη πάλλευκη μοναξιά.

Φιλοπάππου


Πάει καιρός πια που ο άνθρωπος απομακρύνθηκε από το ιερό της φύσης. Στη δικιά μας μυθολογική εποχή ξέρουμε ότι δεν ξέρουμε τίποτα. Καλά καλά δεν ξέρουμε τι λειτουργίες έχουν τα δέντρα, πώς συμπεριφέρονται, πώς αναπτύσσονται. Περνάμε από κάτω τους ή από δίπλα τους και δεν τα αναγνωρίζουμε ως κάτι το φυσικό. Μπορεί να απλώνεται μία νεκρή δεντροστοιχία μπροστά μας κι ούτε να το αντιληφθούμε, ούτε να μας ενοχλήσει ή να μας ταράξει. Δεν υπάρχει φυσικά σκιά στον καπιταλισμό.


Νέα Χαλκηδόνα

[...] η Βαρκελώνη, όπως και η Αθήνα, έχει ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά πρασίνου ανά κάτοικο (ένα ανύπαρκτο 1,8m², στην περιοχή Εσάμπλε, μπροστά στο ελάχιστο όριο 9m² των τεχνοκρατών του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας). 

Πώς αναπνέει κανείς σε μία τέτοια πόλη; Σίγουρα όχι με τη δημοτική αρχή να βιάζεται να χαμογελάσει στους πολίτες της φυτεύοντας σπασμωδικά κάποιες δεκάδες δενδρύλλια που αύριο θα τα ξεχάσει. Για να αναπνεύσει ο άνθρωπος στην πόλη, για να αναπνεύσουν οι γυναίκες, για να αναπνεύσουν οι θηλυκότητες, οι μειονότητες, τα ζωντανά, τα πουλιά, τα δένδρα, τα υδάτινα, οι δημόσιοι χώροι, τα παιδιά, πρέπει να σπάσουν οι δρόμοι. Να θυμηθούμε ξανά τα πόδια μας, τους αργούς ρυθμούς, τη δροσιά που έχει ο ίσκιος των δένδρων. Όχι παγκάκια με usb φορτιστές, όχι έξυπνες πλατείες, έξυπνοι δρόμοι και έξυπνα αυτοκίνητα, αλλά μεγάλοι δημόσιοι χώροι που θα χωράει κάθε διαφορετικότητα και κάθε ζωντανό πλάσμα.


Ακαδημίας 

Να σπάσουν οι δρόμοι για να σπάσει ο χρόνος. Να ελευθερωθούν τα χέρια των κηδεμόνων που σέρνουν φοβισμένα τα παιδιά, να γεμίσουν οι γειτονιές με γειτονικότητα, οι μέρες με τον ήχο των πουλιών και να αδειάσουν από τα λάστιχα και τις εξατμίσεις πάνω στην άσφαλτο – όλα αυτά τα πράγματα, όλη αυτή η ρήξη που κάποιος θα μπορούσε να τη χλευάσει ως «γυναικουλίστικη». [...] Οι πόλεις πρέπει να χάσουν την πατρότητά τους και να γίνουν ένα όσο περισσότερο γίνεται οικοσύστημα. Να γεμίσει, λοιπόν, η πόλη με γυναικουλίστικους ρυθμούς· το αντρίκιο φέρνει μόνο εξατμίσεις, εξαχνώσεις, εξαμβλώματα και εξαφανίσεις. 


Περισσότερες φωτογραφίες στο: Thalidomide trees | Εκδόσεις Κυαναυγή 


Τρίτη 24 Ιουνίου 2025

Μαρία Θαμπράνο - Ο τάφος της Αντιγόνης [απόσπασμα]

 


Στο σπίτι μας μεγαλώνουμε σαν τα φυτά, σαν τα δέντρα. Η παιδική μας ηλικία είναι ακόμα εκεί, δεν έχει φύγει, μα έχει ξεχαστεί. Στο σπίτι μας, στον κήπο μας, δεν είναι ανάγκη να τα έχουμε όλα συνεχώς γύρω μας, με την ψυχή συνεχώς στο στόμα, όλη μας τη ζωή σε αγωνία. Όχι. Στο σπίτι μας ξεχνούμε, ξεχνιόμαστε. Η πατρίδα, το σπίτι μας, είναι πάνω απ’ όλα ο τόπος όπου μπορούμε να ξεχνιόμαστε. Γιατί αυτό που έχεις αποθέσει σε μια γωνιά δεν χάνεται. Κι αρκεί μια μέρα να λάμψει το φως με έναν συγκεκριμένο τρόπο για να αναδυθεί κάτι που έμοιαζε για πάντα χαμένο, σαν να βγήκε απ’ τη θάλασσα, καθαρό και γεμάτο ζωή. Κι αν αυτό το κάτι είναι μια θλίψη, βρίσκεις ανακούφιση αφήνοντάς τη σε μιαν άκρη για να την αναζητήσεις όταν θα έχεις το κουράγιο.

Γιατί οι σιωπές του σπιτιού κι η βουή, αυτός ο βόμβος των μελισσών που πάνω κι έρχονται, σε εξαγνίζει και σε συντροφεύει. Μαζί κι αυτός ο ατέλειωτος και διαρκώς ανανεούμενος, σαν τη Θάλασσα, χρόνος.

Έτσι είναι η Πατρίδα, Θάλασσα που υποδέχεται το ποτάμι του πλήθους. Αυτό το πλήθος που μέσα του ούτε ξεχωρίζει ούτε χάνεται κάποιος, ο Λαός, όπου ζωντανοί και νεκροί βαδίζουν στον ίδιο ρυθμό.

Και βγαίνοντας από αυτή τη θάλασσα, από αυτό το ποτάμι, ανάμεσα σε ουρανό και γη και τίποτε άλλο, πρέπει να μαζέψεις τα κομμάτια σου, να σηκώσεις το βάρος του εαυτού σου. Πρέπει να ενώσεις όλη την περασμένη ζωή σου, που γίνεται το παρόν σου, να σηκώσεις το βάρος του εαυτού σου. Πρέπει να ενώσεις όλη την περασμένη ζωή σου, που γίνεται το παρόν σου, και να την κρατήσεις σε εγρήγορση για να μη σέρνεται. Δεν πρέπει να σέρνεις ούτε το παρελθόν ούτε το παρόν σου. Την κάθε μέρα που περνά, πρέπει να τη σηκώνεις ψηλά και να την ενώνεις με όλες τις άλλες, να την κουβαλάς. Πρέπει να ανηφορίζεις συνεχώς. Αυτό είναι η εξορία, μια πλαγιά, ακόμα κι αν είναι στην έρημο. Μια πλαγιά πάντα ανηφορική και πάντα στενή, όσο πλατιά κι αν είναι η θέα που ξανοίγεται στο βλέμμα σου. Και πρέπει βέβαια να κοιτάς προς όλες τις μεριές, να έχεις τον νου σου παντού, σαν φρουρός στις εσχατιές της γης. Πρέπει όμως να κρατά κανείς την καρδιά του ψηλά, να τη σηκώνει για να μη βουλιάξει, να μη χαθεί. Και για να μη χαθεί κι ο ίδιος, σπάζοντας σε κομμάτια.


σελ. 90-91, εκδ. LOGGIA 



Δευτέρα 12 Μαΐου 2025

Γράμμα του Τζακ Κέρουακ προς τον Άλεν Γκίνσμπεργκ (1952)

 


Γραμμένο σε ένα μοναδικό scroll, μέσα σε τρεις βδομάδες (με μπόλικη επιμέλεια μετά), το ‘Στο Δρόμο’ του Τζακ Κέρουακ, μπορεί να γράφτηκε το 1951, αλλά έκανε έξι χρόνια για να βρει τον δρόμο του προς την έκδοση. Στο μεσοδιάστημα –αλλά και καθ’ όλη τη διάρκεια της σύντομης ζωής του– ο Κέρουακ στέλνει προς τον Γκίνσμπεργκ ένα γράμμα απελπισίας, οργής και αρσενικής ματαίωσης. Ίσως να μην έχει τόση σημασία τι λέει, αλλά σε ποιον τα λέει και κυρίως το ότι έχει έναν άνθρωπο τόσο κοντά του που του δίνει το «ελεύθερο» να εκφράσει με τέτοιον άμεσο, μεθυσμένο τρόπο την οργή του. Αρκετά συχνά, ο Κέρουακ υπό την επήρεια του αλκοόλ επιτίθονταν σε όσους ένιωθε ότι τον έχουν προδώσει ή του έχουν φερθεί άσχημα. Η σχέση του Κέρουακ με τον Γκίνσμπεργκ αρχίζει σοβαρά να φθίνει κυρίως τη δεκαετία του ’60, που η Αμερική μπαίνει σε μία κρίσιμη πολιτικά καμπή· ο Γκίνσμπεργκ έλεγε για τον Κέρουακ ότι «ο Τζακ Κέρουακ πρόσφερε την καρδιά του στις Ηνωμένες Πολιτείες και οι Ηνωμένες Πολιτείες απέρριψαν την καρδιά του», ερμηνεύοντας έτσι κυρίως πολιτικά την κόντρα τους, ενώ για τον Κέρουακ ήταν προσωπικό. Πίστευε ότι ο Γκίνσμπεργκ αντιπροσωπεύει ό,τι δ ε ν ήταν το μπιτ κίνημα («Δεν είναι και τόσο ενδιαφέρων για μένα. Δεν κάνει τίποτα άλλο παρά να μιλάει»), μέχρι που άρχισε να απορρίπτει και το μπιτ κίνημα και οτιδήποτε δεν ήταν, δεν έμοιαζε, δεν σκεφτόταν, δεν πόναγε σαν τον Τζακ Κέρουακ. Βέβαια, χρόνια μετά ο ίδιος ο Κέρουακ θα πει στον Λόρενς Φερλινγκέτι: «Κάποια μέρα το βιβλίο ‘Οι Επιστολές του Άλεν Γκίνσμπεργκ προς τον Τζακ Κέρουακ’ θα κάνει την Αμερική να κλάψει».

Αν υπάρχει κάτι που μπορώ να εντοπίσω στον πυρήνα της σχέσης του Κέρουακ με τον Γκίνσμπεργκ, αυτό δεν είναι ούτε η ζήλεια, ούτε η παραμέληση, ούτε η Νέα Υόρκη, ούτε η επιτυχία, ούτε η ομοφυλοφιλία, ούτε το ποδόσφαιρο. Είναι η δυσφορία στο μονοδιάστατο· αναπάντητο από και προς.

 

~ * ~ 


Στον Άλεν Γκίνσμπερκ

3 Οκτωβρίου 1952

Νέα Υόρκη

 

Θέλω να ενημερώσω εσένα και τους υπόλοιπους την γνώμη μου για σένα. Μπορείς να μου πεις, παραδείγματος χάρη, γιατί, μ’ όλη αυτή τη συζήτηση για το στυλ των βιβλίων τσέπης και τη νέα τάση να γράφουν για τα ναρκωτικά και το σεξ, το βιβλίο μου On The Road που έγραψα το 951 δεν δημοσιεύτηκε ποτέ; Γιατί εξέδωσαν το βιβλίο του Χολμς που είναι απαίσιο και δεν εκδίδουν το δικό μου επειδή δεν είναι τόσο καλό όσο μερικά από αυτά που έχω γράψει; Αυτή είναι η μοίρα ενός ηλίθιου που δεν μπορεί να χειριστεί τις υποθέσεις του ή είναι η γενική βρωμιά της Νέας Υόρκης; Και εσύ, που σε θεωρούσα φίλο μου, μου λες κοιτώντας με τα μάτια ότι το On The Road που έγραψα στον Νιλ είναι «ατελές», λες και ό,τι έχεις γράψει εσύ ή οποιοσδήποτε άλλος ήταν τέλειο… και δεν λες κουβέντα γι’ αυτό…

Νομίζεις ότι δεν καταλαβαίνω πόσο ζηλεύεις εσύ και ο Χολμς και ο Σόλομον θα δίνατε το δεξί σας χέρι για να μπορέσετε να γράψετε κάτι σαν το On The Road… Και δεν έχω άλλη εναλλακτική λύση από το να γράφω ανόητες επιστολές σαν αυτή, ενώ αν ήσασταν άνδρες θα μπορούσα τουλάχιστον να έχω την ικανοποίηση να σας πλακώσω στο ξύλο όλους… πολλά γυαλιά μυωπίας πρέπει να βγουν.

Είστε όλοι ίδιοι, φτηνοί και τιποτένιοι, πάντα ήσασταν και δεν ξέρω γιατί σας άκουγα και έκανα παρέα μαζί σας – σπατάλησα 15 χρόνια από τη ζωή μου μέσα στη βρωμιά της Νέας Υόρκης, από τους Εβραίους εκατομμυριούχους του Χόρας Μαν που με ικέτευαν για το ποδόσφαιρο και τώρα διστάζουν να με συστήσουν στις γυναίκες τους, μέχρι τους όμοιους σου… ποιητές, ναι, καλά… απόμακρες μικροσκοπικές παραλλαγές του ίδιου ύφους… βαριά διακοσμημένες αποδεκτές (μικρά γράμματα στο μέσον της καλοτακτοποιημένης σελίδας του βιβλίου ποίησης) σελίδες… Όχι μόνο με στενοχώρησες με τη δήλωσή σου ότι δεν υπάρχει τίποτα στο On The Road που να μην το ήξερες ήδη (το οποίο είναι ψέμα επειδή με μια ματιά μπορώ να καταλάβω ότι ποτέ δεν ήξερες και την πιο ασήμαντη λεπτομέρεια για κάτι τόσο απλό όσο η δουλειά του Νιλ και το τι κάνει) – και ο Σόλομον, παριστάνοντας τον ενδιαφερόμενο άγιο, ισχυρίζεται ότι δεν καταλαβαίνει τα συμβόλαια, ενώ σε 10 χρόνια θα είμαι τυχερός αν έχω το δικαίωμα να κοιτάζω μέσα από το παράθυρό του την παραμονή των Χριστουγέννων… θα είναι τόσο πλούσιος και χοντρός και τόσο απορροφημένος από τον τρόμο των άλλων ανθρώπων μέσα σ’ ένα σύννεφο καπνού μετά από μια γεμάτη ικανοποιητική ρουφηξιά… Όλοι τους παράσιτα σαν εσένα, ακριβώς όπως είπε ο Έντι. Και τώρα ακόμη και ο Τζον Χολμς, που όπως όλοι ξέρουν ζει σε απόλυτη παραίσθηση σχετικά με τα πάντα, γράφει για πράγματα που δεν γνωρίζει, και μάλιστα με εχθρικότητα (εκδηλώνεται στα τριχωτά κοκκαλιάρικα πόδια του Στόφσκι και την «ιδιότροπη» αρετή του Πάστερνακ, ζηλεύοντας όταν η ίδια του η γυναίκα φλερτάρει, εγώ δεν προκάλεσα την προσοχή της Μαριάν… πραγματικά είναι ιδιοτροπία, φαντάζομαι ότι οποιοσδήποτε περπατάει κανονικά θα κοιτούσε παράξενα κάποιον θηλυπρεπή όπως εκείνος ) – και η μυρωδιά της δουλειάς του είναι η μυρωδιά του θανάτου… Όλοι γνωρίζουν ότι δεν έχει ταλέντο… και έτσι τι δικαίωμα έχει αυτός, που δεν γνωρίζει τίποτα, να κρίνει το βιβλίο μου. – Δεν έχει το δικαίωμα ούτε να μείνει σιωπηλός γι’ αυτό – το βιβλίο είναι για πέταμα και το δικό σου είναι απλά μέτριο και το γνωρίζετε όλοι, και το βιβλίο μου είναι υπέροχο και δεν θα εκδοθεί ποτέ. Προσέξτε να μην με συναντήσετε ποτέ στους δρόμους της Νέας Υόρκης. Προσέξτε επίσης να μην αναφερθείτε στο πού βρίσκομαι. Θα έρθω στην Νέα Υόρκη και θα μάθω ποιος μίλησε. Είστε όλοι ένα μάτσο από ασήμαντους λογοτεχνικούς εγωιστές… και δεν μπορείτε να φύγετε από την Νέα Υόρκη, είστε τόσο άχρηστοι… Ακόμη και ο Κόρσο με τα άρματα του Τάνχουζερ να πατούν όλους τους άλλους έχει ήδη αρχίσει να συνέρχεται… Πες του να φύγει…. πες του να βρει μόνος του τον δικό του τάφο… Η καρδιά μου αιμορραγεί κάθε φορά που κοιτάζω το On The Road… το βλέπω τώρα, γιατί είναι υπέροχο και γιατί το μισείτε και τι είναι ο κόσμος … ειδικότερα τι είσαι εσύ, Άλεν Γκίνσμπεργκ… ένας άπιστος, γεμάτος μίσος, τα χαχανητά σου δεν με ξεγελούν, βλέπω το γρύλλισμα σου κάτω από αυτά… Προχώρησε και κάνε ό,τι θέλεις, θέλω να κάνω ειρήνη με τον εαυτό μου… Σίγουρα δεν θα βρω ποτέ γαλήνη αν δεν ξεπλύνω τα χέρια μου από την βρωμιά της Νέας Υόρκης και όλα όσα αντιπροσωπεύετε εσύ και η πόλη… Και όλοι το γνωρίζουν.

…Και ο Τσέις το γνώριζε πριν από πολύ καιρό… και αυτό επειδή ήταν γέρος από την αρχή… Και τώρα είμαι εγώ γέρος… Καταλαβαίνω ότι δεν σας αρέσω πια, βρωμοαδερφές… Πηγαίνετε να πάρετε πίπες στους διάφορους Κόρσο…

Ελπίζω να σου χώσει ένα μαχαίρι… Συνεχίστε να μισείτε ο ένας τον άλλο και να περιφρονείτε και να ζηλεύετε και…

Ολόκληρη η ιστορία μου στην Νέα Υόρκη είναι ένα μακρύ σχεδόν χιουμοριστικό χρονικό ενός πραγματικά ανόητου που παραπλανήθηκε από χοντρά γουρούνια… Καταλαβαίνω το αστείο… και γελάω ακριβώς όσο και εσείς… Αλλά από εδώ και πέρα δεν αστειεύομαι… Εξαιτίας ανθρώπων σαν εσένα και τον Ζιρό… ακόμη και με τον G. μ’ εμπόδισες να βγάλω λεφτά επειδή σε μισούσε… και ήρθε μαζί με  τον Νιλ εκείνο το βράδυ και ο Νιλ ήθελε να κλέψει ένα βιβλίο από το γραφείο, φυσικά, τι θα έλεγες και εσύ αν πήγαινα στο δικό σου NORC και έκλεβα πράγματα και μετά τα γελοιοποιούσα… και ο Λουσιέν με το σκατένιο μικρό εγωισμό του πρώτα να προσπαθεί να με κάνει να κλάψω για τη Σάρα και μετά να μου λέει ότι θα ήταν εξαιρετικά εύκολο να την ξεχάσω…

Πρέπει να ξέρει τώρα πια αν δεν έχει χαζέψει εντελώς από το ποτό ότι το ίδιο ισχύει για όλους… πόσο εύκολα μπορούν να εξαφανιστούν… και να ξεχαστούν εντελώς… και να σχηματίσουν ένα μαύρο σημάδι διαφθοράς μέσα στη βρωμιά… λοιπόν εντάξει. Και όλοι σας, ακόμη και η Σάρα, δεν με νοιάζει πια ποιος θα διαβάσει αυτήν την παρανοϊκή επιστολή… όλοι σας μ’ εγκαταλείψατε… με εξαίρεση τον Τόνυ Μανότσιο και μερικούς άλλους αγγέλους… και έτσι σας λέω, μην μου ξαναμιλήσετε ποτέ και μη προσπαθήσετε να μου γράψετε ή να έρθετε σε επαφή μαζί μου… εξάλλου πιθανόν να μην με ξαναδείτε ποτέ… και είναι καλό… έχει έρθει ο καιρός για όλους εσάς τους επιπόλαιους ανόητους να συνειδητοποιήσετε ότι το θέμα της ποίησης είναι… ο θάνατος… έτσι πεθάνετε… και πεθάνετε σαν άνδρες… και βουλώστε το… και πάνω απ’ όλα… αφήστε με ήσυχο… και μην με ξανασκοτίσετε ξανά.

Τζακ Κέρουακ

 

(Τζακ Κέρουακ. Πέντε επιστολές, επιμ. Νίκης Παλαιολόγου, Ανατολικός, τεύχος Απρίλιος - Ιούνιος 1997, σσ. 52-54.)



Παρασκευή 7 Φεβρουαρίου 2025

Γιολάντα Σακελλαρίου (1948 - 2025)


 


Β΄ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ

Περνάει περνάει το σχολικό

χάνεται μες στον κουρνιαχτό

ουρλιάζει χάνεται

 

Α΄κοράκι: «μαύρο χιόνι μαύρο χιόνι

τα μαλλάκια της παγώνει»

 

Κόκκινο ψέμα η ζωγραφιά

γαλάζιο  η μοναξιά των διαλειμμάτων

Κρύσταλλοι σωματικών εκκρίσεων

Έκρηξη το κουδούνι

Η μπάλα επίμονη στους τοίχους

 

Β’ κοράκι: «γαλάζια παντοφλάκια

κόκκινα παντοφλάκια άδεια»

 

Α΄κοράκι: «μαύρο χιόνι μαύρο χιόνι

τα χεράκια της παγώνει»

 

Ορθογραφία: δεν παίρνουμε

τα πράγματα των άλλων

Μελέτη περιβάλλοντος: δεν κοιτάμε

από το παράθυρο

Σκέφτομαι και γράφω: δελτίο καιρού

 

Α΄κοράκι: «μαύρο χιόνι μαύρο χιόνι

την καρδούλα της παγώνει»

 

«Οχτώ και τρία! Ο χ τ ώ  κ α ι  τ ρ ί α ;

Ρωξάνη, μ’ ακούς;»

 

 

 ~ * ~ 


Πρώτα η σκιά

μετά το φτερούγισμα

στο μαξιλάρι

 

Στο σκοτεινό κήπο της

θα βρει πάλι

ψίχουλα

θρυμματισμένες ψυχές

που χάνονται στο δρόμο για το σπίτι

 


~ * ~ 


ΤΟ ΜΑΥΡΟ ΚΟΥΤΙ

 

Ο πατέρας είναι άρρωστος. Από καιρό. Η μητέρα πάντα λυπημένη, κακόκεφη. Όταν ζητάμε κάτι, ο αδερφός μου κι εγώ, όλο λέει, «αν είμαστε καλά…»

Στο τηλέφωνο την άκουσα να λέει «μάλλον πλησιάζουμε στο τέλος…»

Τι εννοεί;

 

Γιατί δεν απαντά ο πατέρας όταν τον ρωτάω;

Το βλέμμα του όταν με κοιτάζει είναι σαν να γυρεύει κάτι από μένα

 

«Είναι αγόρι ο μικρός μου γιος;»

 

Όταν τον παρακαλώ να παίξουμε, εκείνος πάντα λέει ότι δεν έχει διαβάσει την εφημερίδα. Τον μισώ. Όχι πάντα.

Μια μέρα που μιλούσε στο τηλέφωνο έβαψα τα χείλη μου και τον φίλησα στο στόμα. Γελάσαμε πολύ με τον αδερφό μου. Εκείνος όμως δεν γέλασε καθόλου. Θύμωσε. Μου έδωσε μια και με έστειλε στο δωμάτιό μου να κοιμηθώ νηστικός. Καθόλου δεν με νοιάζει.

 

Φοβάμαι. Αυτός ο ίσκιος πλάι στον πατέρα μεγαλώνει τις νύχτες. Το λέω ψιθυριστά στον μεγάλο μου αδερφό, πριν με πάρει ο ύπνος, αλλά δε με πιστεύει.

Θέλω να του πω και για το μαύρο κουτί μέσα στο κεφάλι μου, αλλά εκείνος θα τεντώσει τα χέρια μου και θα ουρλιάζει σαν αεροπλάνο.

 

Γιατί με κοιτάζει τρομαγμένος ο πατέρας;

 

Χθες ήταν τα γενέθλιά του. Του έκανα μια ζωγραφιά. Την έβαλα πάνω στο μαξιλάρι του. Μια βροχή και εμένα να χορεύω πάνω στο ουράνιο τόξο. Ο πατέρας συνέχεια μιλούσε στο τηλέφωνο. Εγώ με τον αδερφό μου τρέχαμε γύρω από το γιορτινό τραπέζι ουρλιάζοντας το happy birthday. «Επιτέλους!» είπε η μητέρα. «Δεν είναι μόνο τα χρόνια πολλά…»

 

Την επομένη, στη γιορτή του σχολείου, όταν ήρθε η σειρά μου στο κουκλοθέατρο, «η οικογένεια στον ζωολογικό κήπο», όλοι πήραν τη θέση ενός ζώου και κατασπαράχτηκαν· εκτός από μένα.

 

Εγώ είπα: «είμαι μωρό». Το μωρό είπε «έμεινα μόνος».

 

 

~ * ~ 


ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΑΡΙΟ

Στον Γιώργο Βέη

 

Ανήμερα Χριστούγεννα

πλατεία Αμερικής·

τα περιστέρια και οι μετανάστες

 *

Πόσα δέντρα πόσους κοκκινολαίμηδες

πόσα ρόδινα σύννεφα·

ήθελες

 *

Η συνάδελφος από το απέναντι γραφείο

-με ladose- μου χαμογελάει

ερήμην της

*

Μα αν καταργήσω τις λέξεις

θα προσκρούσω στα πράγματα·

θα διαλυθώ

 



(Από τη συλλογή Αόρατο Τρωκτικό, εκδ. Γαβριηλίδης, 2013.)