ΤΥΒΙΓΓΗ, ΓΕΝΑΡΗΣ
Μάτια σ’ ένα χείμαρρο
από λέξεις τυφλωμένα.
Δική τους – «αίνιγμα
είναι ό,τι καθαρό
αναβλύζει» - δική τους
η ανάμνηση
πύργων του Χαίλντερλιν να κολυμπούν, πιασμένοι
στη δίνη των γλάρων.
Επισκέψεις πνιγμένων μαραγκών
σ’ αυτές τις
λέξεις που βουλιάζουν:
Αν ερχόταν,
ερχόταν ένας άνθρωπος,
ερχόταν ένας άνθρωπος στον κόσμο, σήμερα, με
τα γένια από φως των
Πατέρων: αυτός θα ‘πρεπε,
αν μιλούσε για τούτο
τον καιρό,
θα ‘πρεπε
μόνον να τραυλίζει και να τραυλίζει,
όλο-, όλο-
έναένα
(«Pallaksch.
Pallaksch.»)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου