Ξέρουμε πως προσβάλλουμε τα πνευματικά δικαιώματα με την κάθε δημοσίευση στο blog και ότι με ένα νεύμα του νόμου και του δημιουργού και του κληρονόμου και του εκδοτικού και του θιγμένου θα μπορούσαμε σε ελάχιστο χρονικό διάστημα να βρεθούμε είτε πίσω από τα κάγκελα, είτε πάνω σ'αυτά. Όμως ό,τι ανεβαίνει, ανεβαίνει από την φυσική διάθεση να μοιραστούμε, να θυμίσουμε, να μονολογήσουμε όπως θα το κάναμε ούτως ή άλλως.

Παρασκευή 1 Αυγούστου 2014

Έντρε Α. - Ανάμνηση νύχτας θερινής




Ένα ποίημα από τον σπουδαίο Ούγγρο συμβολικό ποιητή Έντρε Άντι, που τόσο πολύ έμελλε να αλλάξει την λογοτεχνία με την καίρια, μεγαλειώδη ποίηση του. 


Θυμωμένος ο άγγελος από παραδείσια ύψη ουρλιάζοντας,
Συναγερμοί τύμπανα κρούοντας σε μια σκιώδη γη,
Εκατοντάδες αστέρια το φως τους που καίγοντας,
Εκατοντάδες νεανικά μυαλά ν' ανατρέπονται, 
Εκατοντάδες πέπλα βεβηλωμένα που να ξεσκίζονται·
Ητανε μια παράξενη, 
Παράξενη νύχτα θερινή.
Πανάρχαιες οι κυψέλες μας τυλιγμένες τώρα στις φλόγες,
Και το πουλάρι το πιο λατρευτό, σπασμένο το πόδι, τώρα στο χώμα,
Πίσω στο φως, τους νεκρούς, ονειρεύτηκα. 
Κι ο Burkus, το πιστό σκυλί μας, εξαφανισμένο,
Κι ο Meg, ο αγαθός γέρο-υπηρέτης μας, μουγκός τώρα από χρόνια,
Διαπεραστικές κραυγές χορικά μιας πρωτόγονης τελετής ξαφνικά:
Ητανε μια παράξενη,
Παράξενη νύχτα θερινή.
Οι ανάξιοι κομπάζανε μ' ανδρεία προσποιητή,
Κλέφτες πολυτελείας ξεκινούσαν για μιαν ακόμη ληστεία,
Και στους ανδρείους δεν έμενε τώρα παρά να λουφάξουνε:
Ητανε μια παράξενη,
Παράξενη νύχτα θερινή.
Καταλαβαίναμε καλά πως ο άνθρωπος είν' ατελής,
Σφιχτοχέρης σαν πρόκειται να μοιραστεί την αγάπη του, 
Όμως κι αυτό ακόμα δεν μπορεί να 'ναι εντελώς ακριβές,
Ο ζωντανός κι ο νεκρός σ' έναν περιστρεφόμενο δεμένοι τροχό:
Υπήρξε, στ’ αλήθεια, ποτέ ο άνθρωπος ένα μικρότερο στίγμα,
Κι η Σελήνη σε περιπαιχτικότερη διάθεση
Απ’ όσο εκείνη τη φριχτή νύχτα; 
Ητανε μια παράξενη,
Παράξενη νύχτα θερινή.
Κι έσκυβε ο τρόμος επάνω σ' όλα τα πνεύματα
Με κακόβουλη, χαιρέκακη ηδονή:
Τα μυστικά του κάθε προγόνου
Κατοικούσαν βαθιά μες τις ψυχές των παιδιών.
Κι η σκέψη, θεραπαινίδα περήφανη του Ανθρώπου,
Μεθυσμένη, ξεχυνόταν τώρα να οδηγήσει
Την απειλητική, αιμοσταγή της Γαμήλια Γιορτή. 
Οτι το παλικάρι ταπεινό, κουτσό, μετανιωμένο:
Ητανε μια παράξενη,
Παράξενη νύχτα θερινή.
Τώρα ξέρω πως, κάπου μέσα μου βαθιά, την νύχτα εκείνη πίστεψα
Κάποιος Θεός, παλιός και παραμελημένος, πως θα ξεπρόβαλλε μπροστά μου 
και πως στο θάνατο θα μ' οδηγούσε ξαναμμένος.
Κι όμως, σαν κάποιος άλλος, παραμένω ζωντανός
Μεταμορφωμένος από τ' ολέθριο εκείνο γεγονός,
Και καθώς προσμένω τώρα ένα Θεό,
Με τρόμο αναλογίζομαι μια νύχτα στοιχειωμένη, 
Κι έναν κόσμο ολόκληρο που έθαψε, με βία, αγριεμένη:
Ητανε μια παράξενη, 
Παράξενη νύχτα θερινή.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου