Ὅταν ἐκείνη ἡ φοβερὴ φωνὴ
πού κηρύσσει τὸ τέλος, ἀκουστεῖ νά λέει
–Μετρηθεῖτε!,-
ξεύρω καλὰ τί πρόκειται νὰ κάμεις..
Θὰ βγάλεις τὰ τεφτέρια σου, τὰ βιβλιάρια τραπέζης,
τοὺς μισθοὺς τόσων χρόνων, τὰ σπίτια πού ἔκτισες,
πίνακες ἀκριβούς πού δημοπράτησες,
κληρονομιὲς πού δέχτηκες
ἐταιρίες πού μοσχοπούλησες
Μὰ ἡ φωνὴ θὰ ἐπιμείνει
–Μετρηθεῖτε!–
Δὲν μπορεῖ, κάτι ξέχασες..
α!, ναί, εἶχες καὶ κάτι κοσμήματα κρυμμένα
(γιὰ ὥρα ἀνάγκης)
λίγα ὁμόλογα ξεχασμένα σὲ θυρίδες,
νὰ κι ἐκεῖνο τὸ κτηματάκι στὸ χωριό..
«Αὐτὰ εἶναι ὃ λ α», θὰ πεῖς
«Ὃ τι ἔχω γιὰ νὰ μετρηθῶ, ἐδῶ τὸ καταθέτω..»
Καὶ βέβαια ἀπὸ τὴν τόσο μεγάλη περιουσία,
πῶς νὰ θυμηθεῖς ἐκείνη τὴν ἀσήμαντη τὴν ρίζα
πού κάποτε σοῦ χάρισαν
καὶ τὴν παράτησες στὸν κῆπο ἀπότιστη
νὰ παλεύει μ’ ἀνέμους, θύελλες καὶ κεραυνούς,
πού ὅταν ἔγινε σακατεμένο ἀπὸ τὴν δίψα δέντρο,
(καὶ κάθε βράδυ σφύριζε νὰ τὸ προσέξεις),
ἀδιάφορος προσπέρασες καὶ πάλι.
Ἐντούτοις,
ὑπάρχει μία πιθανότητα
(μία ἐλαχίστη πιθανότητα)
ἡ φοβερὴ φωνή, ἡ στεντόρειος,
ἡ ἐσχάτη τῶν ὤτων σου,
σημασία νὰ μὴ δώσει
στὰ μαλάματα πού ἔχεις ἀραδιάσει
Νὰ πεισμώσει,
νὰ ἐπιμείνει..
–Μετρηθεῖτε! Μὲ τὰ δ έ ν τ ρ α μετρηθεῖτε!–
Καὶ τότε, ποῦ καιρὸς γιὰ μετάνοιες,
τότε, ποῦ καιρὸς νὰ ἐπιστρέψεις
καὶ τὸ δέντρο τῆς αὐλῆς σου νὰ ποτίσεις…
(Στράτος Κοντόπουλος, «Ἡ ἀπέναντι ὄχθη», 1970, ἰδιωτικὴ ἔκδοση)
[ Αναδημοσίευση από το περιοδικό Χίμαιρα ]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου