Ξέρουμε πως προσβάλλουμε τα πνευματικά δικαιώματα με την κάθε δημοσίευση στο blog και ότι με ένα νεύμα του νόμου και του δημιουργού και του κληρονόμου και του εκδοτικού και του θιγμένου θα μπορούσαμε σε ελάχιστο χρονικό διάστημα να βρεθούμε είτε πίσω από τα κάγκελα, είτε πάνω σ'αυτά. Όμως ό,τι ανεβαίνει, ανεβαίνει από την φυσική διάθεση να μοιραστούμε, να θυμίσουμε, να μονολογήσουμε όπως θα το κάναμε ούτως ή άλλως.
Κυριακή 27 Ιουλίου 2014
Σάββατο 26 Ιουλίου 2014
Α. Παπαδιαμάντης - Μοιρολόι
Μανούλα μου, ήθελα να πάω, να φύγω, να μισέψω
του ριζικού μου από μακρυά τη θύρα ν`αγναντέψω.
Στο θλιβερό βασίλειο της Μοίρας να πατήσω
κι εκεί να βρω τη μοίρα μου και να την ερωτήσω.
Δευτέρα 14 Ιουλίου 2014
Ντ. Χριστιανόπουλος - Η θάλασσα
(φωτογραφία του Akos Major)
Η θάλασσα είναι σαν τον έρωτα:
μπαίνεις και δεν ξέρεις αν θα βγεις.
Πόσοι δεν έφαγαν τα νιάτα τους –
μοιραίες βουτιές, θανατερές καταδύσεις,
γράμπες, πηγάδια, βράχια αθέατα,
ρουφήχτρες, καρχαρίες, μέδουσες.
(πίνακας του Thomas Moran)
Αλίμονο αν κόψουμε τα μπάνια
Μόνο και μόνο γιατί πνίγηκαν πεντέξι.
Αλίμονο αν προδώσουμε τη θάλασσα
Γιατί έχει τρόπους να μας καταπίνει.
Η θάλασσα είναι σαν τον έρωτα:
χίλιοι τη χαίρονται – ένας την πληρώνει.
Ο Μ. Χατζιδάκις αυτοβιογραφείται
«Βιογραφικό σε πρώτο προσωπικό
Γεννήθηκα στις 23 Οκτώβρη του ’25, στην Ξάνθη τη διατηρητέα κι όχι την άλλη τη φριχτή που χτίστηκε μεταγενέστερα από τους μεταπολεμικούς της ενδοχώρας μετανάστες.
Η μητέρα μου ήταν από την Αδριανούπολη και ο πατέρας μου απ’ την Κρήτη. Με φέραν το ’31 στην Αθήνα απ’ όπου έλαβα την Αττική παιδεία – όταν ακόμη υπήρχε στον τόπο μας και Αττική και Παιδεία.
Είμαι λοιπόν γέννημα δύο ανθρώπων που δεν συνεργάστηκαν ποτέ, εκτός απ’ την στιγμή που αποφάσισαν την κατασκευή μου. Γι’ αυτό και περιέχω μέσα μου όλες τις δυσκολίες του Θεού και όλες τις αντιθέσεις. Όμως η αστική μου συνείδηση, μαζί με τη θητεία μου την Ευρωπαϊκή, φέραν έν’ αποτέλεσμα εντυπωσιακό. Έγινα τόσο ομαλός, έτσι που οι γύρω μου να φαίνονται ως ανώμαλοι.
Η κατοχική περίοδος μου συνειδητοποίησε πως δεν χρειαζόμουν τα μαθήματα της Μουσικής, γιατί με καθιστούσαν αισθηματικά ανάπηρο και ύπουλα μ’ απομάκρυναν απ’ τους αρχικούς μου στόχους που ήταν: Να διοχετευθώ, να επικοινωνήσω και να εξαφανιστώ. Γι’ αυτό και τα σταμάτησα ευθύς μετά την κατοχή – σαν ήρθε η απελευθέρωση. Δεν σπούδασα σε Ωδείο και συνεπώς δεν μοιάζω φυσιογνωμικά με μέλος του γνωστού Πανελληνίου Μουσικού Συλλόγου.
Ταξίδεψα πολύ. Κι’ αυτό με βοήθησε ν’ αντιληφθώ πώς η βλακεία δεν ήταν μόνο προϊόν του τόπου μας αποκλειστικό, όπως περήφανα αποδεικνύουν συνεχώς οι Έλληνες σωβινιστές και οι ντόπιοι εθνικιστές. Έτσι ενισχύθηκε η έμφυτη ελληνικότητά μου και μίκραινε κατά πολύ ο ενθουσιασμός μου για τους αλλοδαπούς.
Έγραψα μουσική για το Θέατρο, για τον Κινηματογράφο και τον Χορό. Παράλληλα έγραψα πολλά τραγούδια – δύο χιλιάδες μέχρι στιγμής, – μέσ’ απ’ τα οποία ξεχωρίζω όλα όσα περιέχει αυτή μου η συναυλία.
To 1966 βρέθηκα στην Αμερική, και επειδή χρωστούσα στην ελληνική εφορία κάπου τρισήμιση εκατομμύρια δραχμές, αναγκάστηκα να κατοικήσω εκεί ώσπου να τα εξοφλήσω.
Εξόφλησα τα χρέη μου το ’72 κι’ επέστρεψα στην Αθήνα, για να κατασκευάσω το καφενείο με το όνομα «Πολύτροπο». Ήρθε όμως ο τυφώνας που ονομάστηκε «Μεταπολίτευση» με τις σειρήνες των γηπέδων και των σφαιριστηρίων και τους χιλιάδες εκ των υστέρων αντιστασιακούς, που αγανακτισμένοι τραγουδούσαν τραγούδια ενάντια στη Δικτατορία, και που με αναγκάσανε να κλείσω το «Πολύτροπο», μ’ ένα παθητικό περίπου πάλι των τρισήμιση εκατομμυρίων. Μοιραίος αριθμός.
Κι’ έτσι απ’ το ’75 αρχίζει μια διάσημη «εποχή μου» που θα την λέγαμε, για να την ξεχωρίσουμε η υπαλληλική, και που με κατέστησε πάλι διάσιμο σ’ όλους τους απληροφόρητους συμπατριώτες μου και σ’ όσους πίστεψαν πως τοποθετήθηκα χαρακτηριστικά στις όποιες θέσεις της δημόσιας ζωής. Μέσα σ’ αυτή που λέτε την περίοδο, προσπάθησα ανεπιτυχώς είναι αλήθεια, να πραγματοποιήσω «ακριβές καφενειακές ιδέες» πότε στην ΕΡΤ και πότε στο Υπουργείο Πολιτισμού. Και οι δύο ετούτοι οργανισμοί βαθύτατα διαβρωμένοι και σαθροί από τη γέννησή τους, κατάφεραν ν’ αντισταθούν επιτυχώς ώσπου στο τέλος να με νικήσουν «κατά κράτος». Παρ΄ όλα αυτά, μέσα σε τούτον τον καιρό, γεννήθηκε η φιλελεύθερη έννοια του ΤΡΙΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ και επιβλήθηκε σε ολόκληρο τον τόπο.
Και καταστάλαγμα μέχρι στιγμής του βίου μου είναι:
Α δ ι α φ ο ρ ώ για την δόξα. Με φυλακίζει στα όρια που εκείνη καθορίζει κι’ όχι εγώ.
Π ι σ τ ε ύ ω στο τραγούδι που μας αποκαλύπτει κι όχι σ’ αυτό που μας διασκεδάζει και μας κολακεύει εις τας βιαίως αποκτηθείσας συνήθειές μας.
Ε π ι θ υ μ ώ να έχω πολλά χρήματα για να μπορώ να στέλνω «εις τον διάβολον» – πού λένε – κάθε εργασία που δεν με σέβεται. Το ίδιο και τους ανθρώπους.
Π ε ρ ι φ ρ ο ν ώ αυτούς που δεν στοχεύουν στην αναθεώρηση και στην πνευματική νεότητα, τους εύκολα «επώνυμους» πολιτικούς και καλλιτέχνες, τους εφησυχασμένους συνομήλικους, την σκοτεινή και ύποπτη δημοσιογραφία την πάσα λογής χυδαιότητα καθώς και κάθε ηλίθιο του καιρού μου.
Aυτό το ρεσιτάλ είναι αποτέλεσμα πολύχρονης συνειδητής προσπάθειας και μελέτη «υψηλού πάθους». Γι’ αυτό και το αφιερώνω στους φίλους μου.
ΜΑΝΟΣ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙΣ
Μελβούρνη 20 Μαΐου 1980»
Κυριακή 13 Ιουλίου 2014
33ος Πανελλήνιος Λογοτεχνικός Διαγωνισμός της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών
Η Πανελλήνια Ένωση Λογοτεχνών (Π.Ε.Λ.) προκηρύσσει τον 33ον Πανελλήνιο Λογοτεχνικό Διαγωνισμό για το έτος 2014. Ο διαγωνισμός περιλαμβάνει τα κάτωθι είδη του λόγου : Ποίηση, Διήγημα, Νουβέλα, Μυθιστόρημα, Θεατρικό Έργο, Δοκίμιο, Παραμύθι.
Δικαίωμα συμμετοχής έχουν όλοι οι εντός και εκτός Ελλάδος διαμένοντες ενήλικες ελληνόφωνοι, εξαιρουμένων των βραβευθέντων στον εν λόγω διαγωνισμό τα τελευταία πέντε χρόνια με Α΄ βραβείο για την κατηγορία που βραβεύτηκαν.
Οι διαγωνιζόμενοι μπορούν να λάβουν μέρος σε ένα ή και περισσότερα είδη, αλλά με ένα μόνο έργο τους για κάθε είδος και οπωσδήποτε αδημοσίευτο.
Το ποίημα να μην υπερβαίνει τους 30 στίχους (πάντως σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να υπερβαίνει τα δύο λεπτά απαιτούμενου χρόνου απαγγελίας), το διήγημα τις 6 σελίδες, η νουβέλα τις 70 σελίδες, το θεατρικό τις 100 σελίδες, το δοκίμιο τις 30 σελίδες, το παραμύθι τις 10 σελίδες, και το μυθιστόρημα τις 150 σελίδες. Κάθε έργο να σταλεί σε πέντε δακτυλογραφημένα αντίτυπα με ψευδώνυμο επάνω δεξιά. (Το μέγεθος των χαρακτήρων να είναι σε όλα 14.)
Οι διαγωνιζόμενοι να εσωκλείσουν στο μεγάλο φάκελο, ένα μικρότερο κλειστό φάκελο με γραμμένο απ’ έξω το ψευδώνυμό τους και τον τίτλο του έργου, ενώ μέσα σ’ αυτόν πρέπει να υπάρχουν τα εξής προσωπικά τους στοιχεία: Ονοματεπώνυμο, διεύθυνση κατοικίας, ταχυδρομικός κώδικας, τηλέφωνο (σταθερό και κινητό), e-mail (προαιρετικά), τίτλος του έργου και το ψευδώνυμο.
Τα έργα πρέπει να σταλούν ταχυδρομικά, με απλή επιστολή και όχι συστημένη, στα γραφεία της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών, Γερανίου 41, 2ος όροφος, Τ.Κ. 10431 - Αθήνα, με ένδειξη αντίστοιχη προς το είδος στο οποίο λαμβάνουν μέρος, π.χ «για τον Διαγωνισμό Ποίησης» ή «για τον Διαγωνισμό Διηγήματος» κ.τ.λ. Στη θέση του αποστολέα να σημειωθεί μόνο το ψευδώνυμο.
Σε περίπτωση που ένας διαγωνιζόμενος λάβει μέρος σε περισσότερα του ενός είδη, μπορεί τους φακέλλους με το κάθε είδος και τις σχετικές ενδείξεις ( που ο καθένας τους θα περιέχει ξεχωριστό κλειστό φάκελλο προσωπικών στοιχείων ) να τους τοποθετήσει μέσα σε μεγαλύτερο, στον οποίο όμως θα αναγράφονται όλα τα είδη που περιέχει π.χ. « για τους διαγωνισμούς ποίησης και παραμυθιού ».
Τελευταία ημερομηνία αποστολής των έργων ορίζεται η 1η Οκτωβρίου 2014.
Οι διακριθέντες θα ειδοποιηθούν έγκαιρα για την τελετή βράβευσης, η ημερομηνία της οποίας θα κοινοποιηθεί με νεότερη ανακοίνωσή μας (εκτιμώμενος χρόνος μέσα Ιανουαρίου 2015).
Τα αποτελέσματα δεν ανακοινώνονται στις ιστοσελίδες της Π.Ε.Λ. ή οπουδήποτε αλλού πριν από την τελετή βράβευσης.
Επειδή στα μη βραβευθέντα έργα δεν αποκαλύπτονται τα στοιχεία των διαγωνιζομένων, δεν υπάρχει η δυνατότητα πληροφοριών για την επίδοσή τους, και δεν δίδονται πληροφορίες αναφορικά με την βαθμολογία τους.
Τα αποσταλέντα έργα δεν επιστρέφονται, ενώ τα μη διακριθέντα έργα θα καταστραφούν μαζί με τα προσωπικά στοιχεία των διαγωνισθέντων.
Πληροφορίες για το διαγωνισμό στα τηλέφωνα:
σταθερό 210 - 60 40 097( Εύα Χαλκιαδάκη, Γενική Γραμματέας ),
κιν. 694.60.60.813(Νίκος Ταβουλάρης, Πρόεδρος) και 697.72.42.508 (Χρίστος Σαββάκης, Αντιπρόεδρος).
Δευτέρα 7 Ιουλίου 2014
Γ. Μπάροουζ - Η γάτα μέσα μας
«ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΑ ΥΠΑΡΧΟΝΤΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ, οι γάτες εξημερώθηκαν για πρώτη φορά στην Αίγυπτο. Οι αιγύπτιοι αποθήκευαν δημητριακά, που προσήλκυαν τα τρωκτικά, που προσήλκυαν τις γάτες. (Δεν υπάρχουν στοιχεία ότι κάτι παρόμοιο συνέβη με τους ινδιάνους Μάγια, παρόλο που αρκετές άγριες γάτες είναι ιθαγενείς στην περιοχή). Δεν πιστεύω ότι τα στοιχεία αυτά είναι ακριβή. Σίγουρα δε μας δείχνουν όλη την εικόνα. Οι γάτες δεν είχαν εξαρχής το ρόλο του κυνηγού ποντικών. Οι νυφίτσες, τα φίδια και οι σκύλοι είναι πιο αποτελεσματικοί σε αυτήν τη δουλειά. Θεωρώ δεδομένο ότι οι γάτες έπαιζαν εξαρχής ρόλο ψυχικών συντρόφων, αγαθών Δαιμονίων, και δεν τον αποποιήθηκαν ποτέ.
ΟΙ ΣΚΥΛΟΙ ΕΙΧΑΝ ΕΞΑΡΧΗΣ ΤΟ ΡΟΛΟ ΦΡΟΥΡΩΝ. Και αυτό εξακολουθεί να είναι το κύριο καθήκον τους στις φάρμες και τα χωριά, να ειδοποιούν αν πλησιάσει κάποιος, ως κυνηγοί και φύλακες, και γι’ αυτό μισούν τις γάτες. "Εμείς προσφέρουμε τόσες υπηρεσίες, ενώ οι γάτες το μόνο που κάνουν είναι να χουζουρεύουν εδώ κι εκεί και να γουργουρίζουν. Κυνηγούν ποντίκια; Ναι, τους παίρνει μισή ώρα για να σκοτώσουν ένα ποντικάκι. Το μόνο που κάνουν οι γάτες είναι να γουργουρίζουν και να αποσπούν την προσοχή του Αφέντη από την τίμια κοπρίτικη φάτσα μου. Και το χειρότερο είναι ότι δεν ξεχωρίζουν το σωστό από το λάθος"».
«ΔΕ ΜΙΣΩ ΤΟΥΣ ΣΚΥΛΟΥΣ. ΜΙΣΩ ΟΜΩΣ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΚΑΤΑΝΤΗΣΕ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΤΟΝ ΚΑΛΥΤΕΡΟ ΤΟΥ ΦΙΛΟ. Το γρύλισμα ενός πάνθηρα είναι σίγουρα πιο επικίνδυνο από το γρύλισμα ενός σκύλου, αλλά δεν είναι άσχημο. Η οργή μιας γάτας είναι πανέμορφη, βράζει με μια αγνή γατίσια φλόγα, το τρίχωμά της έχει σηκωθεί όρθιο και πετάει μπλε σπίθες, τα μάτια της στραφταλίζουν και σπιθοβολούν. Όμως το γρύλισμα ενός σκύλου είναι άσχημο, είναι το γρύλισμα του όχλου των μισαλλόδοξων λευκών που λυντσάρει έναν πακιστανό… το γρύλισμα εκείνου με το αυτοκόλλητο «Σκότωσε μια αδερφή για χάρη του Χριστού» στο αμάξι του, ένα γρύλισμα γεμάτο φαρισαϊσμό. Όταν βλέπεις αυτό το γρύλισμα, βλέπεις πως δεν έχει δικό του πρόσωπο. Η οργή ενός σκύλου δεν είναι δική του. Υπαγορεύεται από τον εκπαιδευτή του. Και η οργή του όχλου που λυντσάρει, υπαγορεύεται από εξαρτημένα αντανακλαστικά».
«ΓΙΑ ΝΑ ΜΥΗΘΕΙ ΕΝΑΣ ΝΑΖΙ ΣΤΙΣ ΑΝΩΤΕΡΕΣ ΒΑΘΜΙΔΕΣ ΤΩΝ SS, έπρεπε να βγάλει το μάτι μιας κατοικίδιας γάτας που την είχε ταΐσει και φροντίσει για ένα μήνα. Στόχος αυτής της άσκησης ήταν να εξαλείψει κάθε ίχνος του δηλητηρίου που λέγεται οίκτος και να διαμορφώσει έναν ολοκληρωμένο Übermensch. Πρόκειται για βασική αρχή της μαγείας: ο ασκούμενος κατακτά την ιδιότητα του υπερανθρώπου, εκτελώντας μια τρομερή, αποκρουστική πράξη υπανθρώπου».
«ΚΑΠΟΙΟΣ ΕΙΠΕ ΟΤΙ ΟΙ ΓΑΤΕΣ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΖΩΟ ΕΚΕΙΝΟ ΠΟΥ ΑΠΕΧΕΙ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΑΠΟ ΤΟ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ ΜΟΝΤΕΛΟ. Εξαρτάται περισσότερο από το είδος των ανθρώπων στο οποίο αναφέρεσαι, και φυσικά από το είδος των γατών. Πότε πότε βρίσκω τις γάτες αλλόκοτα ανθρώπινες».
«ΑΝΑΡΩΤΙΕΜΑΙ ΑΝ ΤΑ ΣΚΥΛΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΓΑΤΕΣ ΑΦΗΝΟΥΝ ΓΡΑΠΤΑ ΣΗΜΑΔΙΑ, όπως οι περιπλανώμενοι αλήτες: "Προσοχή, σκύλος". "Μην πλησιάζετε". "Γεροπαράξενος με όπλο". "Καλός για ελεημοσύνη". Κι αστέρια ποιότητας, όπως στους οδηγούς της Michelin: "Φαγητό, ρούχα, λεφτά και τσιγάρα. Δύο αστέρια. Μάσα και ποτό. Τρία αστέρια". Πρόσεξα ότι κανένα σκυλί δεν πλησίασε ποτέ το Πέτρινο Σπίτι: Κωλόσπιτο με γάτες».
«ΕΧΩ ΠΕΙ ΟΤΙ ΟΙ ΓΑΤΕΣ ΠΑΙΖΟΥΝ ΤΟ ΡΟΛΟ ΑΓΑΘΩΝ ΔΑΙΜΟΝΙΩΝ, ψυχικών συντρόφων. "Είναι οπωσδήποτε καλή συντροφιά". Τα αγαθά Δαιμόνια ενός γέρου συγγραφέα είναι οι αναμνήσεις του, σκηνές και μορφές από το παρελθόν του, πραγματικές ή φανταστικές. Ένας ψυχαναλυτής θα έλεγε ότι προβάλλω απλώς αυτές τις φαντασίες στις γάτες μου. Ναι, πολύ απλά και κυριολεκτικά, οι γάτες είναι σαν ευαίσθητες οθόνες για πολύ συγκεκριμένες συμπεριφορές, όταν υποδύονται τους κατάλληλους ρόλους. Οι ρόλοι μπορούν να αλλάξουν, και η ίδια γάτα μπορεί να υποδυθεί διαφορετικούς ρόλους: της μητέρας μου, της γυναίκας μου της Τζόαν, της Τζέιν Μπόουλς, του γιου μου του Μπίλλυ, του πατέρα μου, του Κίκι και των άλλων αμίγκο, του Ντέντον Γουέλτς, που με επηρέασε όσο κανένας άλλος συγγραφέας, αν και δε συναντηθήκαμε ποτέ. Οι γάτες μπορεί να είναι ο τελευταίος μου ζωντανός κρίκος με ένα είδος που τείνει να εκλείψει…».
[Πηγή: www.doctv.gr]
Γ. Δροσίνης - Στ'αλώνια
Τ’ ἁλώνια καλοσάρωτα καὶ ξεχορταριασμένα,
θὰ ξαπλωθοῦν οἱ θημωνιές, ξανθόμαλλες πλεξίδες.
Τὰ στάχυα τρίβει καὶ μασᾷ περνῶντας ἡ ροκὰνα,
πλατάνι τὸ σαγόνι της, τὰ δόντια της στουρνάρια.
Τὰ βόδια σέρνουν τὸ θεριὸ ζευγαρωτὰ δεμένα
καὶ δαμασμένο τὸ πατᾷ τὰ βὸδια κυβερνῶντας,
ὡραία ἁρματοδρόμισσα λαμπαδωτὴ στημένη.
Στὰ χείλη της ὁ σάλαγος γλυκόφωνο τραγούδι,
στὰ χέρια της ἀπόνετο καλάμι εἶν’ ἡ βουκέντρα.
Ὁ νοικοκύρης τοῦ ἁλωνιοῦ μὲ ἀσκὶ κρασὶ στὸ γόνα
κερνᾷ τοὺς ξένους, ποὺ περνοῦν, καὶ κράζει τοὺς γειτόνους.
Κι ἕνας λυράρης, παίζοντας τυφλὸς τυφλὰ τὴ λύρα,
μοιράζει εὐχὲς γιὰ τὴ σοδειὰ κάθε φορὰ ποὺ πίνει.
Κι ἀρχίζει τὸ ξανέμισμα τὶς νύχτες μὲ τ’ ἀπόγειο.
Σύννεφο ἀπ’ τὰ ξυλόφτυαρα στὰ οὐράνια ἀναπετῶντας
τ’ ἄχυρο φεύγει ἀνάλαφρο καὶ τὸ σιτάρι πέφτει
γῦρο στὸ φῶς τῶν φαναριῶν, χρυσῆ ψιχάλα ἀπ’ τ’ ἄστρα.
Σωρὸς σιτάρι ἂν καρτερῇ τοῦ μετρητῆ τὰ χέρια,
πρὶν ἀπ’ τὰ χέρια τὸ μετροῦν τὰ πόδια καὶ τὰ μάτια.
Τὰ πόδια μὲ τὸ πήδημα, μὲ τὴ ματιὰ τὰ μάτια.
Φτερὸ τοῦ νιοῦ τὸ πήδημα, σοφὴ ἡ ματιὰ τοῦ γέρου.
Ἄβρεχτη καὶ ἄκαγη ἡ σοδειὰ σηκώνεται ἀπ’ τ’ ἁλώνι,
λίβας δὲν τὴν καψάλισε κι ἡ μπόρα δὲν τὴν πῆρε.
Χρονιάρα τροφοδότισσα γεμίζει τὶς κουβέλλες.
Πέμπτη 3 Ιουλίου 2014
Α. Παναγούλης - Η μπογιά
Ποίημα που έγραψε ο Αλέκος Παναγούλης στις φυλακές Μπογιατίου- λίγο προτού δραπετεύσει-, με το αίμα του πάνω σε ένα πακέτο τσιγάρα, εφόσον δεν είχε ούτε μολύβι, ούτε χαρτί...
Ζωντάνεψα τους τοίχους
φωνή τους έδωσα
πιο φιλική να γίνουν συντροφιά
Κι οι δεσμοφύλακες ζητούσαν
να μάθουνε που βρήκα τή μπογιά
Οι τοίχοι του κελιού
το μυστικό το κράτησαν
κι οι μισθοφόροι ψάξανε παντού
Όμως μπογιά δε βρήκαν
Γιατί στιγμή δέ σκέφτηκαν
στις φλέβες μου να ψάξουν.
Τετάρτη 2 Ιουλίου 2014
Λόγια από ταινίες (Theorema)
Χρειάζονται τεχνικές που να μην είναι αναγνωρίσιμες, που δεν πρέπει να μοιάζουν με παλιά έργα ή μεθόδους. Για να αποφύγεις το παιδαριώδες του γελοίου, για να φτιάξεις έναν κόσμο χωρίς συγκρίσεις κι όπου δεν θα υπάρχουν προηγούμενα μέτρα σύγκρισης. Πρέπει να είναι καινούργια, όπως οι τεχνικές. Δεν πρέπει να καταλάβει κανείς ότι ο καλλιτέχνης δεν αξίζει. Ότι είναι μία ανώμαλη ύπαρξη κατώτερη κι ότι σαν ένα σκουλήκι σέρνεται για να επιζήσει. Δεν πρέπει κανείς να καταλάβει ότι είναι αφελής. Όλα πρέπει να παρουσιάζονται τέλεια. Βασισμένα σ'άγνωστους κανόνες που δεν μπορείς να κρίνεις. Σαν να είναι ένας τρελός. Γιατί δεν είμαι ικανός να διορθώσω τίποτα. Αλλά κανένας δεν πρέπει να το καταλάβει. Ένα σχέδιο ζωγραφισμένο πάνω στο γυαλί, διορθώνεται χωρίς να χάσεις μια πινελιά σ'ένα άλλο γυαλί. Να μην πιστέψουν ότι είναι το έργο ενός ανίκανου, ενός άχρηστου που δεν κάνει για τίποτα. Αντίθετα πρέπει να μοιάζει με έργο ενός αποφασισμένου και σίγουρου καλλιτέχνη... σχεδόν υπερόπτη. Κανένας να μην μάθει ότι η πινελιά βασίζεται στην τύχη. [...] Αλλά κανένας δεν πρέπει να το καταλάβει, ότι ο καλλιτέχνης είναι ένας φτωχός τρεμάμενος ηλίθιος, που ζει κατά τύχη και νιώθει ντροπή σαν παιδί. Έκανε τη ζωή του θλιβερή και ζει εκεί, ταπεινωμένος, δίνοντας την εντύπωση ότι κάτι χάθηκε για πάντα.
(Theorema- Pier Paolo Pasolini)
(Theorema- Pier Paolo Pasolini)
Γ. Θ. Βαφόπουλος, Ο μεγάλος κώνος
Ας δεχθούμε πως η δομή του κόσμου
είν' ένας κώνος, που απ' τη βάση ως την κορφή του
διατρέχεται από μια γραμμή σπειροειδή.
Ο άνθρωπος του οιδιπόδειου αινίγματος
ξεκινά την αυγή, πάνω στ' αχνάρια της γραμμής,
με τα τέσσερα πόδια. Στα μισά του δρόμου
στυλώνεται στα δυο του, για να ιδεί κατάματα
τον ήλιο του λαμπρού μεσημεριού.
Και το βράδυ φθάνει στην κορφή του κώνου,
σέρνοντας τώρα το τρίτο του ποδάρι,
έτοιμος ν' αντικρίσει τη μεγάλη δύση.
όταν η ποίηση συναντά τα μαθηματικά
Αλλ' έμεινε ατελής του αινίγματος η λύση.
Παραλείφθηκε η εκδοχή της τελευταίας
οριζοντιώσεως. Κι' ακόμα η αλληγορία
του λίκνου και του φέρετρου, που ήσαν δεμένα
στις δυο άκρες της σπειροειδούς γραμμής του κώνου.
Ο κόσμος θα μπορούσε νάναι κ' ένας κύβος,
σαν εκείνον του Καίσαρος, που «ερρίφθη» στο Ρουβίκωνα.
Κι' ακόμα θα μπορούσε νάναι κ' ένας κύκλος,
όμοιος με το αλώνι του Διγενή Ακρίτα.
Το σχήμα του στερνά ο καθείς ανακαλύπτει,
κατά τον κόσμο που στη φύση του ταιριάζει.
Είναι άνθρωποι τετράγωνοι, ίσιοι ή τεθλασμένοι,
που βολεύονται μέσα στο περίγραμμά τους.
Κ' είναι άλλοι πρηνείς και πεπλατυσμένοι,
που αρκούνται «μετριοφρόνως» σε μια τάβλα.
Όμως, εγώ επιμένω στου μεγάλου κώνου
το πολυσήμαντο σχήμα, όπου σ' έναν κύκλο
αλλεπαλλήλων ενιαυτών, τα βήματά μου
οδηγηθήκαν με περίσκεψη προς την κορφή του,
ανάμεσ' απ' άνθη, πέτρες και σκιές θανάτου.
Στέκομαι τώρα στο στερνό σκαλί της σπείρας
κι' αναμετρώ τα στάδια της μακράς πορείας μου.
Θάναι μάταιο το χέρι μου να υψώσω,
αφού δε βλέπω να μου απλώνεται άλλο χέρι.
Όσοι γνωρίζανε πως στην κορφή του κώνου
του υποχθονίου πυρός έχασκε ο αρχαίος κρατήρας,
ήδη μπορούνε να εξηγήσουν την προτίμησή μου
προς το υπερούσιο σχήμα του μεγάλου κώνου.
Καθώς πια δεν υπάρχει ανάληψη στους ουρανούς,
μου αρκεί το έσχατο πήδημα του Εμπεδοκλέους.
Από τη συλλογή Τα επιγενόμενα (1977)
είν' ένας κώνος, που απ' τη βάση ως την κορφή του
διατρέχεται από μια γραμμή σπειροειδή.
Ο άνθρωπος του οιδιπόδειου αινίγματος
ξεκινά την αυγή, πάνω στ' αχνάρια της γραμμής,
με τα τέσσερα πόδια. Στα μισά του δρόμου
στυλώνεται στα δυο του, για να ιδεί κατάματα
τον ήλιο του λαμπρού μεσημεριού.
Και το βράδυ φθάνει στην κορφή του κώνου,
σέρνοντας τώρα το τρίτο του ποδάρι,
έτοιμος ν' αντικρίσει τη μεγάλη δύση.
όταν η ποίηση συναντά τα μαθηματικά
Αλλ' έμεινε ατελής του αινίγματος η λύση.
Παραλείφθηκε η εκδοχή της τελευταίας
οριζοντιώσεως. Κι' ακόμα η αλληγορία
του λίκνου και του φέρετρου, που ήσαν δεμένα
στις δυο άκρες της σπειροειδούς γραμμής του κώνου.
Ο κόσμος θα μπορούσε νάναι κ' ένας κύβος,
σαν εκείνον του Καίσαρος, που «ερρίφθη» στο Ρουβίκωνα.
Κι' ακόμα θα μπορούσε νάναι κ' ένας κύκλος,
όμοιος με το αλώνι του Διγενή Ακρίτα.
Το σχήμα του στερνά ο καθείς ανακαλύπτει,
κατά τον κόσμο που στη φύση του ταιριάζει.
Είναι άνθρωποι τετράγωνοι, ίσιοι ή τεθλασμένοι,
που βολεύονται μέσα στο περίγραμμά τους.
Κ' είναι άλλοι πρηνείς και πεπλατυσμένοι,
που αρκούνται «μετριοφρόνως» σε μια τάβλα.
Όμως, εγώ επιμένω στου μεγάλου κώνου
το πολυσήμαντο σχήμα, όπου σ' έναν κύκλο
αλλεπαλλήλων ενιαυτών, τα βήματά μου
οδηγηθήκαν με περίσκεψη προς την κορφή του,
ανάμεσ' απ' άνθη, πέτρες και σκιές θανάτου.
Στέκομαι τώρα στο στερνό σκαλί της σπείρας
κι' αναμετρώ τα στάδια της μακράς πορείας μου.
Θάναι μάταιο το χέρι μου να υψώσω,
αφού δε βλέπω να μου απλώνεται άλλο χέρι.
Όσοι γνωρίζανε πως στην κορφή του κώνου
του υποχθονίου πυρός έχασκε ο αρχαίος κρατήρας,
ήδη μπορούνε να εξηγήσουν την προτίμησή μου
προς το υπερούσιο σχήμα του μεγάλου κώνου.
Καθώς πια δεν υπάρχει ανάληψη στους ουρανούς,
μου αρκεί το έσχατο πήδημα του Εμπεδοκλέους.
Από τη συλλογή Τα επιγενόμενα (1977)
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)