[...] πάει και πάει ο μικρός βασιληάς πολύς δρόμος. Εκεί που πάει ένα ποτάμι βαθύ. Στο βυθό τρεις πνιγμένοι σα να συζητούν ο ένας απέναντι στον άλλο. Όρθιοι κι απαλά μπλέκουν τα χέρια τους και σκεπασμένοι με το πράσινο ζωντανό χνούδι του βυθού οι τρεις αγαπημένοι πνιγμένοι φίλοι. Και πάει πάει και συναντά μια ψηλή γυναίκα και γύρω της μικρά παιδιά. Η γυναίκα έφτιαχνε ένα περιδέραιο με χοντρές χάντρες τα παιδιά γύρω της. Οι χάντρες σαν μικρά κρεμμύδια. Πλησιάζει και βλέπει. Βολβοί ματιών οι χάντρες. Τα παιδάκια με τρύπια πρόσωπα η γυναίκα περνούσε στην κλωστή μάτια τα παιδάκια μείνανε χωρίς μάτια. Ο Τ κρατά μια μακρυά βελόνα. Σηκώνει το απαλό ματόφυλλο. […] Μπήγει βαθιά την βελόνα στην κόγχη και βαθιά και βαθιά.
Γιώργος Χειμωνάς, Μυθιστόρημα, σ. 202-203
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου