Ξέρουμε πως προσβάλλουμε τα πνευματικά δικαιώματα με την κάθε δημοσίευση στο blog και ότι με ένα νεύμα του νόμου και του δημιουργού και του κληρονόμου και του εκδοτικού και του θιγμένου θα μπορούσαμε σε ελάχιστο χρονικό διάστημα να βρεθούμε είτε πίσω από τα κάγκελα, είτε πάνω σ'αυτά. Όμως ό,τι ανεβαίνει, ανεβαίνει από την φυσική διάθεση να μοιραστούμε, να θυμίσουμε, να μονολογήσουμε όπως θα το κάναμε ούτως ή άλλως.

Τετάρτη 25 Σεπτεμβρίου 2013

Ο Έρωτας στο θέατρο


Για χάρη σου πρόδωσα τον πατέρα και το σπίτι μου
κι ήρθα, δαρμένη από έρωτα για σένα ως το Πήλιο,
στην Ιωλκό, μαζί σου, τυφλά ακολουθώντας
το αίσθημα κι όχι τη λογική.

Ευριπίδη, Μήδεια

~ ~ ~


Γελάει με τραύματα όποιος δεν πληγώθηκε ποτέ.
Μα σουτ! τι φως προβάλλει εκεί απ' το παράθυρο; 
Είν' η ανατολή κι είναι η Ιουλιέτα ο ήλιος.
Πρόβαλε, ήλιε, σκότωσε τη φτονερή σελήνη
που κιόλα είν' άρρωστη, χλωμή από τον καημό της
που εσύ παρθένα της είσαι ομορφότερή της!
Παρθένα της μην είσαι αφού'ναι τόσο φτονερή:
ντύνει φορέματα αχνοκίτρινα τις κόρες της,
που μόνον οι τρελοί τα βάζουν: βγάλ'τα εσύ!
Είναι η κυρά μου, ω είναι η αγάπη μου.
Ω και να το'ξερε πως είναι!
Μιλάει, μα δε λέει τίποτα. Και τι μ' αυτό;
Το βλέμμα της μιλάει: θ' αποκριθώ σ' αυτό.
Μα παραπήρα θάρρος, δε μιλάει σε μένα.
Τα δυο ωραιότερα άστρα όλου τ' ουρανού,
που κάπου θεν να παν, παρακαλούν τα μάτια της
ν' αστροβολούν στις σφαίρες τους ως να γυρίσουν.
Μ' αν πήγαιναν τα μάτια της εκεί κι εκείνα
στην όψη της, η λάμψη της θα ντρόπιαζε τ' αστέρια
καθώς η λάμψη της ημέρας μια λαμπάδα.
Τα μάτια της στον ουρανό θα πλημμυρούσαν
το διάστημα το αγέρινο με τόση λάμψη
που θα λαλούσαν τα πουλιά, σαν να ξημέρωσε.
Κοίτα πώς ακουμπάει το μάγουλο στο χέρι της!
Ω, να' μουν γάντι στο χεράκι αυτό, για ν' άγγιζα
το μάγουλό της!

Σαίξπηρ, Ρωμαίος και Ιουλιέτα

~ ~ ~



Τόσες δεν είναι οι ομορφιές, τόσα δεν είν' τα κάλλη,
μα τούτο εκ την αγάπη σου γεννάται τη μεγάλη.
Μα γη όμορφή' μαι γη άσκημη, Πανάρετε ψυχή μου,
για σέναν εγεννήθηκε στον κόσμο το κορμί μου.

Χορτάτση, Ερωφίλη

~ ~ ~


Αχ, τι τρελή, τι τρελή!
Στο λέω, να μοιραστώ δε θέλω
μαζί σου ούτε κρεβάτι ούτε ψωμί,
κι όμως δεν είναι μια στιγμή
που να μπορώ να ζω μακριά σου.
Γιατί με διώχνεις κι εγώ μένω, μου λες να φύγω, μα με σέρνεις
σαν αχερόκλωνο του αγέρα.
Σκέψου, παράτησα έναν άντρα
μ'όλο το σόι του στη μέση, 
κι έφυγα πριν τελειώσει ο γάμος
με το στεφάνι στο κεφάλι.
Όμως εσένα θα σκοτώσουν,
εσένα! Κι έρχονται. Δε θέλω!
Άσε με μόνη! Φύγε, φύγε!
Κανείς δεν είναι να σε σώσει.

Λόρκα, Ματωμένος γάμος


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου