Αυτοκαταστροφικός, παθιασμένος, ακούραστα δαιμονικά ποιητικός, ο Ουαλός Ντύλαν Τόμας, επινοεί και δημιουργεί στυλ, αντιμετωπίζει τις λέξεις σαν μερόνυχτα, πασπατεύει τα νοήματά τους, δεν φοβάται να ουρλιάξει κατά πρόσωπο. Τα ποιήματά του περιστρέφονται γύρω από βασικά ένστικτα και φοβίες: την γονιμότητα και το θάνατο. Παρ' όλη την επιτυχία που είχε στο βρετανικό και αμερικάνικο κοινό, ο Τόμας έζησε μια ζωή στη φτώχεια και το αλκοόλ. Το τελευταίο, θα τον προδώσει, όταν μετά από ένα ακραίο μεθύσι θα δώσει τέλος στη ζωή του, σε ηλικία 39 ετών.
Τα ποιήματα τούτα, μ' όλες τις χοντροκοπιές,
τις ανοησίες και τις συγχύσεις τους, κινήθηκαν
απ' την αγάπη μου για το Θεό και τον Άνθρωπο,
κι αν δεν είναι έτσι, ας μην είμαι παρά ένας
τρισκατάρατος βλάκας.
Ντύλαν Τόμας
Κι ο θάνατος δεν θάχει πια εξουσία.
Γυμνοί οι νεκροί θα γίνουν ένα
Με τον άνθρωπο του ανέμου και του δυτικού φεγγαριού
Όταν ασπρίσουν τα κόκκαλά τους και τριφτούν τ’ άσπρα κόκκαλα
Θάχουν αστέρια στον αγκώνα και στο πόδι
Αν τρελάθηκαν η γνώση τους θα ξαναρθεί,
Αν βούλιαξαν στο πέλαγος θ’ αναδυθούν
Αν χάθηκαν οι εραστές δεν θα χαθεί η αγάπη
Κι ο θάνατος δεν θάχει πια εξουσία.
Κι ο θάνατος δεν θάχει πια εξουσία
Όσους βαθιά σκεπάζουν οι στροφάδες των νερών
Δεν θ’ αφανίσει ανεμοστρόβιλος
Κι αν στρίβει ο τροχαλίας κι οι κλειδώσεις ξεφτίζουν
Στον τροχό αν τους παιδεύουν δεν θα τους συντρίψουν
Στα σπασμένα τα χέρια τους θάναι η πίστη διπλή
Κι οι μονόκεροι δαίμονες ας τρυπούν το κορμί
Χίλια κομμάτια θρύψαλα κι αράγιστοι θα μείνουν
Κι ο θάνατος δεν θάχει πια εξουσία.
Κι ο θάνατος δεν θάχει πια εξουσία
Ας μη φωνάζουν πια στο αυτί τους γλάροι
Ας μην σπάζει μ’ ορμή στο γιαλό τους το κύμα
Εκεί που έν’ άνθι φούντωνε δεν έχει τώρα ανθό
Να υψώσει την κορφή του στης βροχής το φούντωμα
Τρελοί, μπορεί, και ξόδια, ψόφια καρφιά, μα ιδές
Φύτρα των σημαδιών τους, να, σφυριές οι μαργαρίτες
Ορμούν στον ήλιο ωσότου ο ήλιος να καταλυθεί,
Κι ο θάνατος δεν θάχει πια εξουσία.
(Μετάφραση: Λύντια Στεφάνου)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου