[...] Τον πιέζανε αυτά που είχε μες στο στήθος του, τα ερωτηματικά, οι ανησυχίες, η αγωνία....
Ά, να μπορούσε ν' ανοίξει την καρδιά του!
Αν μπορούσε να προσευχηθεί, αν πίστευε σε κάτι περ' από τ' ανθρώπινα, θα ζητούσε τούτο
μονάχα: να μπορούσε ν' ανοίξει την καρδιά του!
Ένα κύμα είχε στο στήθος του. Τον επίεζε. Ζητούσε διέξοδο.
Περνώντας τη γωνιά ενός εργοστασίου, είδε αριστερότερά του, πολύ κοντά στον τοίχο, μια σκιά. Σταμάτησε
επιτόπου. Ο φόβος τον κυρίεψε. Ήταν εκεί, μερικά μέτρα μακριά του, ένας άνθρωπος, με μια ρεμπούμπλικα
στο κεφάλι του, ακίνητος, και τον κοίταζε. Η νύχτα ήτανε σκοτεινή. Κι ερημιά. Μα ο φόβος του βάσταξε
μόνο μερικά δευτερόλεπτα. Πήγε κοντά στον άγνωστο, που ήτανε ολομόναχος μέσα στην νύχτα σαν και αυτόν,
τον ένιωσε κοντά του, πολύ κοντά του, το κύμα στο στήθος του πίεζε, πίεζε, κάτι έσπασε μέσα του, τέλος
λυτρώθηκε κι άνοιξε την καρδιά του σ'αυτόν τον άγνωστο, που ποιός ξέρει ποια παιδικά χέρια τον είχανε
στήσει εκεί, άνοιξε την καρδιά του σ' αυτόν το χιονάνθρωπο.
Α. Σαμαράκη στο <<ζητείται ελπίς>>
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου